15/6/10

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ

Του
Γιώργου Ρωμανιά*

Οι ρυθμίσεις που επιβάλλουν  στους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους της χώρας μας το ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (σε συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση), πρέπει να εξεταστούν από τη σκοπιά:
α) Των ασφαλισμένων που πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν στα 2-3 προσεχή χρόνια και που αντιμετωπίζουν, πλέον, την ανατροπή των προγραμματισμών τους και την απειλή να συνταξιοδοτηθούν πολύ αργότερα αλλά και να λάβουν πολύ μικρότερη σύνταξη.
β) Των ήδη συνταξιούχων που αντιμετωπίζουν πάγωμα (για 3 τουλάχιστον χρόνια) η και μειώσεις των συντάξεών τους (συνταξιούχοι ΔΕΗ και ΟΤΕ αλλά και επιβολή ΛΑΦΚΑ και περικοπή των επιδομάτων εορτών και αδείας).
γ) Των μελλοντικών συνταξιούχων που όσο απομακρυνόμαστε προς το μέλλον θα λαμβάνουν συντάξεις πραγματικά σε επίπεδο επιδομάτων φτώχειας (50 % χαμηλότερες από τις αντίστοιχες σημερινές) αλλά και να εργάζονται 40 χρόνια.

Κύμα φυγής
Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να ψηφίσει ειδικές ρυθμίσεις για να ανακοπεί το κύμα φυγής προς τη σύνταξη δεκάδων χιλιάδων ασφαλισμένων. Όμως, οι ρυθμίσεις αυτές δεν καλύπτουν όλους τους ασφαλισμένους αλλά μεροληπτούν υπέρ των ασφαλισμένων του δημοσίου και αφήνουν ακάλυπτους τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα, και των ειδικών Ταμείων, που έχουν ήδη υπαχθεί με το Ν. 3655/2008 στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Πράγματι:
Με τη διάταξη του άρθρου μόνου παρ. 7 του Ν.3847/2010, ορίστηκε ότι «συνταξιοδοτικά δικαιώματα που έχουν θεμελιωθεί η θεμελιώνονται μέχρι 31.12.2010 … δεν θίγονται από την παραμονή στην υπηρεσία μετά την ανωτέρω ημερομηνία και τυχόν συνταξιοδοτικές μεταβολές στη διάρκειά της δεν επηρεάζουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησής τους, καθώς και τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξής τους».
Η διάταξη αυτή αφορά, όμως, μόνο τους υπαγόμενους στον Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων η σε διατάξεις που παραπέμπουν στον Κώδικα αλλά και τους ασφαλισμένους των πρώην Ειδικών Ταμείων που έχουν ενταχθεί στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (ΔΕΗ, ΟΤΕ, Εθνική Τράπεζα κλπ).
Συνεπώς, η διάταξη αυτή δεν καλύπτει τους ασφαλισμένους στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ η σε άλλα ασφαλιστικά Ταμεία (ΤΣΑΫ, ΤΣΜΕΔΕ, Ταμείο Νομικών, ΤΣΠΕΑΘ κλπ)
Στη συνέχεια της παρ. 7 του Ν. 3847/2010, ακολουθεί η παρ. 8, με την οποία παρέχεται το δικαίωμα σε όσους υπαλλήλους του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των ΟΤΑ έχουν υποβάλλει αίτηση παραίτησης και έχουν συνταξιοδοτηθεί, από 1.1.2010 και μετά, να ανακαλέσουν την παραίτησή τους και να επανέλθουν στην υπηρεσία.
Από το κείμενο της διάταξης γίνεται σαφές ότι το δικαίωμα αυτό ανάκλησης της παραίτησης και επανόδου στην υπηρεσία, αποκλείεται από τους ασφαλισμένους των Ειδικών Ταμείων που έχουν ήδη ενταχθεί στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
Ο ίδιος αποκλεισμός ισχύει και για τους ασφαλισμένους και σ’ οποιοδήποτε άλλο ασφαλιστικό Ταμείο πλην  του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων.
Ειδικότερα, όμως, ο αποκλεισμός της δυνατότητας ανάκλησης της παραίτησης και επανόδου στην υπηρεσία  από τους ασφαλισμένους στα Ειδικά Ταμεία που έχουν ενταχθεί στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ είναι άδικος αλλά και ανεξήγητος.
Πράγματι, δεν μπορεί να γίνει κατανοητός ο λόγος για τον οποίο οι ασφαλισμένοι των Ειδικών Ταμείων υπάγονται στην παρ. 7 του άρθρου μόνου του Ν. 3847/2010 (και μπορούν να παραμείνουν, αζημίως, στην υπηρεσία εφόσον έχουν θεμελιώσει η θα θεμελιώσουν μέχρι 31.12.2010 συνταξιοδοτικό δικαίωμα), ενώ δεν υπάγονται στην παρ. 8 του άρθρου μόνου του ίδιου νόμου (δεν μπορούν να ανακαλέσουν τυχόν υποβληθείσα από 1.1.2010 παραίτηση).
Τριμερής χρηματοδότηση τέλος!
Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του ασφαλιστικού νομοσχεδίου είναι η κατάργηση της 3μερούς χρηματοδότησης με την απόσυρση του κράτους από την υποχρέωση συγχρηματοδότησης του συστήματος. Η κατάργηση αυτή συνοδεύεται από δύο επιδιώξεις:
πρώτον, από τη μεθοδευμένη προσπάθεια να παραπλανηθεί ο λαός ότι το κράτος εξακολουθεί να χρηματοδοτεί την κοινωνική ασφάλιση, επειδή από το 2018 θα καταβάλει την αποκαλούμενη βασική σύνταξη και
δεύτερον, από την παντελή απόκρυψη, ότι, η τριμερής χρηματοδότηση (ασφαλισμένοι, εργοδότες, κράτος) επιβάλλεται από τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 102 που το ελληνικό κράτος έχει επικυρώσει και εισαγάγει στην εσωτερική μας έννομη τάξη με το Ν. 3251/1955.
Παρά τη μεθοδευμένη ασάφεια του κειμένου του νομοσχεδίου, από την 1.1.2005, καταργούνται το ΕΚΑΣ, η σύνταξη των ανασφάλιστων υπερηλίκων και τα κατώτατα όρια και συγχωνεύονται με την αποκαλούμενη βασική σύνταξη. Συνεπώς, η βασική σύνταξη αποτελεί προνοιακού και όχι κοινωνικο-ασφαλιστικού χαρακτήρα επίδομα και ανήκει στο κρατικό προνοιακό και όχι στο δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα (με το οποίο δεν έχει οποιαδήποτε σχέση). Εξάλλου, είναι γνωστό, ότι, το προνοιακό σύστημα βαρύνει εξ ολοκλήρου τον κρατικό προϋπολογισμό και δεν έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα (αντιθέτως, το δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα έχει –συλλογικό- ανταποδοτικό χαρακτήρα). Οι διαπιστώσεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το κράτος επιχειρεί να χρεώσει το συνταξιοδοτικό σύστημα με τις προνοιακές δαπάνες, τις οποίες, όμως, οφείλει εξ ορισμού, να καταβάλει αποκλειστικώς ο κρατικός προϋπολογισμός.
Εξαιρετικά σημαντικό άρθρο είναι το 37ο. Ορίζει τη χρηματοδότηση του συστήματος από το κράτος στα πλαίσια της 3μερούς χρηματοδότησης, κατά δύο διαφορετικούς τρόπους.
Πρώτον, για την περίοδο 2011 – 2014 επαναβεβαιώνει και βελτιώνει τις ισχύουσες σήμερα συναφείς ρυθμίσεις π.χ. 1 % του ΑΕΠ (που γίνεται 1,3 % περιλαμβάνοντας και το ΤΑΠ-ΟΤΕ) για τον Κλάδο Σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ώστε, πράγματι, να υπάρχει συμμετοχή του κράτους στη χρηματοδότηση του συστήματος.
Δεύτερον, όμως, από την 1.1.2015 καταργούνται όλες οι ισχύουσες μέχρι τότε ρυθμίσεις συμμετοχής του κράτους και περιορίζεται η υποχρέωση του, αποκλειστικώς στην καταβολή της βασικής σύνταξης.
Με τη ρύθμιση αυτή ανατρέπεται η έννοια της κοινωνικής ασφάλισης μέσω της ανατροπής  της τριμερούς χρηματοδότηση του συστήματος αφού το κράτος δεν συμμετέχει στη χρηματοδότηση της αναλογικής σύνταξης (την χρηματοδοτούν αποκλειστικώς οι ασφαλισμένοι και οι εργοδότες) και αφού η λεγόμενη βασική σύνταξη δεν είναι σύνταξη.
Άγνωστη η τύχη των Επικουρικών
Ουσιαστική είναι και η κατάργηση της ρύθμισης του άρθρου 146 του νόμου 3655/2008 που προέβλεπε τη σταδιακή μείωση των επικουρικών συντάξεων από 1.1.2013, ώστε το 2020 να έχουν περιορισθεί στο 20 % των συνταξίμων αποδοχών. Αντί της καταργούμενης ρύθμισης, προβλέπεται η διερεύνηση της βιωσιμότητας των επικουρικών Ταμείων μέσα στο 2011, από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή και ο αντίστοιχος καθορισμός των ποσοστού αναπλήρωσης, χωρίς να ισχύει, πλέον, το κατώτατο όριο του 20 % που προέβλεπε ο νόμος Πετραλιά αλλά και με πιθανή την κατάργηση και συγκεκριμένων επικουρικών Ταμείων.
Περίεργης σύλληψης είναι και η ρύθμιση των άρθρων 3 και 4 του νομοσχεδίου, επειδή καθιερώνει ποσοστά επί των συντάξιμων αποδοχών η των ασφαλιστικών κατηγοριών, κατά τρόπο που ευνοεί τους υψηλότερα αμειβόμενους και αδικεί κατάφωρα εκείνους που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη προστασίας δηλαδή τους χαμηλόμισθους και τους μεσόμισθους. Είναι εντόνως άδικη η καθιέρωση ποσοστών από 0,7 % μέχρι 1,1 % για τη κατώτερη ασφαλιστική κλάση (συντάξιμες αποδοχές 850 ευρώ), ενώ για την ανώτατη ασφαλιστική κλάση (4.200 και άνω ευρώ) τα καθιερούμενα ποσοστά κυμαίνονται από 1,27 % μέχρι 3 %.
* Ο Γιώργος Ρωμανιάς είναι επιστημονικός σύμβουλος το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΠΟΧΗ (14.6.2010)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου